Εδώ και 23 χρόνια ο Τάσος Γκιάτης κρατάει τα συνδικαλιστικά ηνία του Συλλόγου των εργαζομένων στην Alpha Bank. Όντας από τους μακροβιότερους Προέδρους στην ιστορία των τραπεζοϋπαλληλικών σωματείων της χώρας.
Η θητεία του μάλιστα θα επιμηκυνθεί και για τουλάχιστον μία τριετία ακόμη, μετά την ολοκληρωτική του κυριαρχία στις πρόσφατες εκλογές. Όταν και η ανεξάρτητη παράταξη «Ενωτικός Σύλλογος» , της οποίας ηγείται, έλαβε το… Σταλινικού τύπου ποσοστό 95,5%. Κατακτώντας και τις 11 έδρες στο Διοικητικό Συμβούλιο.
Με συνέπεια να μείνουν στο περιθώριο η ΕΣΑΚ (του ΚΚΕ) που πήρε το 3,5% και η αριστερόστροφη «Αυτόνομη Πρωτοβουλία» ( πλαισιωμένη και από δυνάμεις του Σύριζα») που έλαβε 1%…
Πώς όμως το κατάφερε αυτό και ειδικά σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς για συνδικαλιστικές «δάφνες»; Την απάντηση την δίνει ο ίδιος: «Αυτό συνέβη γιατί δεν επένδυσα στον φόβο , αλλά στην αλήθεια. Τοποθετήθηκα ξεκάθαρα στο ανοικτό ζήτημα της μεταφοράς προσωπικού στην εταιρεία διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων. Αντί για μισόλογα και υπεκφυγές είπα ότι η μεταφορά θα γίνει. Αλλά θα πρέπει να μας εμπιστευθείτε ώς παράταξη, προκειμένου να πετύχουμε μια επωφελή λύση για όλους. Προμετωπίδα της οποίας θα είναι η διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Με αυτά τα δεδομένα οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους εργαζόμενους στην Τράπεζα, που για μία ακόμη τρία χρόνια μας εμπιστεύτηκαν τα ηνία του Συλλόγου. Σε μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, το μόνο που μπορώ να υποσχεθώ και να δεσμευτώ, είναι ότι δεν θα τους απογοητεύσουμε». Κι όλα σε έναν Σύλλογο με περίπου 6.800 μέλη, εκ των οποίων οι περίπου 4.000 πήγαν στις κάλπες στις 9 Ιουλίου.
Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, τέτοια «θηριώδη» ποσοστά καθολικής αποδοχής, δεν είναι πρωτόγνωρα για τον συνδικαλιστικό ηγέτη Τάσο Γκιάτη. Στις προηγούμενες εκλογές(του 2017) η παράταξή του είχε λάβει ποσοστό 94%. Και 89% το 2014…
Τα «μυστικά» για την καθολική αποδοχή
Σαφώς και ένα από τα «μυστικά» του «Ενωμένου Συλλόγου» είναι και η πολυσυλλεκτικότητα στον εργασιακό χώρο της Alpha Bank. Άρρηκτα βεβαίως συνδεδεμένη και με τη μεγάλη προσωπική εμβέλεια που διαθέτει ο Τάσος Γκιάτης, γνωρίζοντας τους πάντες στην τράπεζα. Και έτοιμος να ανταποκριθεί σε κάθε αίτημα τους.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ανεξάρτητης, συνδικαλιστικής παράταξης, είναι ότι πολιτεύεται όχι με τις συνήθεις κομματικές συντεταγμένες, αλλά με άξονα τις σύγχρονες τεχνοκρατικές αντιλήψεις. Όπου το κέντρο βάρους είναι το ευρύτερο εργασιακό πεδίο και όχι οι πολιτικές πεποιθήσεις που μπορεί να έχει ο κάθε εργαζόμενος.
Άλλωστε στη μέχρι μακρά διαδρομή του ο Τάσος Γκιάτης δεν ακολούθησε την στείρα πρακτική που θέλει τον συνδικαλιστή να είναι σε de facto αντιπαράθεση με την εργοδοσία.
Προτίμησε και προτιμάει ακόμη τις αμφίπλευρα επωφελείς σχέσεις συνεργασίας του Συλλόγου με τη Διοίκηση της τράπεζας.
Το γεγονός αυτό έχει σταθεί αφορμή επικριτικών σχολίων, που κάνουν λόγο για «εργοδοτικό συνδικαλισμό». Επ’ αυτών ο Τάσος Γκιάτης αναφέρει: «Εμείς έχουμε διαφορετικές αντιλήψεις. Πιστεύουμε στον έντιμο και ειλικρινή διάλογο με την Διοίκηση. Έναν διάλογο με αμοιβαίο σεβασμό στους διακριτούς ρόλους της κάθε πλευράς, που μπορεί να προσφέρει λύσεις.
Ακόμη και σε περιόδους όπου υπήρξαν σκληρές αντιπαραθέσεις, μέσα από την καλή πίστη και τη διάθεση για λύση, αυτή βρέθηκε. Αφήνοντας έκθετους εκείνους που επιμένουν να χρησιμοποιούν τη βερμπαλιστική ρητορεία, περί εργοδοτικού συνδικαλισμού».
Το ξεκίνημα της συνδικαλιστικής πορείας του… Mr 95,5%
Ποιος όμως είναι ο… Mr 95,5% των ψήφων, στις εκλογές του σωματείου των εργαζομένων της Alpha Bank;
Παντρεμένος και πατέρας μιάς κόρης, ο φιλοπαναθηναϊκών ποδοσφαιρικών αισθημάτων Τάσος Γκιάτης, μπήκε στην τράπεζα το 1982. Ξεκινώντας από υπάλληλος στο υποκατάστημα της Λεωφόρου Συγγρού. Στα τέλη του 1989, η τράπεζα βρέθηκε στο επίκεντρο της μεγαλύτερης απεργιακής δίνης που ξέσπασε ποτέ σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Οργανωτής και ιθύνων νους των κινητοποιήσεων, ήταν ο σκληρός συνδικαλιστικός ηγέτης και Πρόεδρος, τότε, του Συλλόγου Αλέξανδρος Πουλαρίκας.
Τα καταστήματα της Alpha Bank έμειναν κλειστά για περίπου ενάμιση μήνα . Όσο δηλαδή κράτησε η απεργία, έχοντας στις τάξεις των διαφωνούντων και τον Τάσο Γκιάτη. Ο οποίος το 1993 πήρε το «βάπτισμα του πυρός» στις συνδικαλιστικές διεργασίες στην τράπεζα, ιδρύοντας την παράταξη «Φιλελεύθερη Κίνηση».
Ήταν ήδη έμπειρος σε τέτοιου είδους ενασχολήσεις, καθώς είχε χρηματίσει Πρόεδρος της νεολαίας της Ν.Δ στο Γαλάτσι, έχοντας εκλεγεί και ώς Δημοτικός Σύμβουλος στον αθηναϊκό Δήμο.
Με την «Φιλελεύθερη Κίνηση» ο Τάσος Γκιάτης πέτυχε να αποσπάσει ποσοστό 32% στην πρώτη του κιόλας κάθοδο στον εκλογικό στίβο του Συλλόγου. Το 1997 έφτασε η ώρα να αναδειχθεί μεγάλος πρωταγωνιστής.
Αναδείχθηκε νικητής των εκλογών, αναλαμβάνοντας εκείνος τη θέση του Πρόεδρου στο Σύλλογο των εργαζομένων της Alpha Bank. Σηματοδοτώντας έτσι την μετά Πουλαρίκα εποχή, ο οποίος μετά από την αποχώρησή του από την τράπεζα, ίδρυσε (το έτος 2000) και διοικεί μέχρι σήμερα τη χρηματιστηριακή εταιρεία «Δυναμική».
Σε ολόκληρη τη συνδικαλιστική του διαδρομή ο Τάσος Γκιάτης είχε έναν άριστο δίαυλο επικοινωνίας με τους διοικητικούς παράγοντες της Alpha Bank. Αρχής γενομένης από τον ιστορικό της ηγέτη Γιάννη Κωστόπουλο , με τον οποίο έκτισε μια αμφίδρομη σχέση εμπιστοσύνης και σεβασμού.
Αρμονική ήταν επίσης η συνεργασία του με τον Δημήτρη Μαντζούνη. Κάτι που και σήμερα ισχύει με το νέο CEO της τράπεζας Βασίλη Ψάλτη.
Οι σχέσεις με Σαμαρά και η επίσκεψη Κυριάκου Μητσοτάκη
Από την άλλη πλευρά ο Τάσος Γκιάτης ποτέ δεν έκρυψε τη στενή του σχέση με τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι το 2016 ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έχοντας αναλάβει την αρχηγία της Ν.Δ , πραγματοποίησε επίσκεψη στα γραφεία του Συλλόγου της Αlpha Bank. Οι προωθημένες, τεχνοκρατικές θέσεις που εξέφραζε ο Τάσος Γκιάτης για σειρά θεμάτων εργασιακής διακυβέρνησης, κινούμενος έξω από κομματικοποιημένα τείχη του συνδικαλισμού, κέντρισαν το ενδιαφέρον του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η πορεία του Τάσου Γκιάτη δεν ήταν πάντα ανέφελη. Είχε δυσκολίες και σημαντικές προκλήσεις. Όπως για παράδειγμα ήταν αυτές που ακολούθησαν με τις απορροφήσεις από την Alpha Bank, αρχικά της Ιονικής τράπεζας και στη συνέχεια της Εμπορικής και του ελληνικού βραχίονα της Citi Bank.
Η ενσωμάτωση των εργαζομένων στις τρείς αυτές τράπεζες και η ομαλή τους ένταξη στον κορμό της Alpha Bank δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση. Κατέστη όμως εφικτή με τις πολύπλευρες πρωτοβουλίες του Συλλόγου, στον οποίο και έγιναν μέλη οι περισσότεροι από τους νέους υπαλλήλους που ήρθαν στην τράπεζα.
Πώς ματαιώθηκε το deal συγχώνευσης Alpha Bank-Εθνικής
Αναμφίβολα το κομβικό σημείο για τη συνδικαλιστική πολιτική του Τάσου Γκιάτη, ήταν αυτό της συγχώνευσης της Alpha Bank με την Εθνική τράπεζα. Ένα deal που είχε την προσωπική σφραγίδα του Γιάννη Κωστόπουλου και του Θόδωρου Καρατζά. Ωστόσο, σχετικά γρήγορα άρχισαν να αναπτύσσονται φυγόκεντρες δυνάμεις.
Ο Πρόεδρος του Σωματίου της Alpha Bank διέγνωσε σοβαρές αρρυθμίες στη διαδικασία συγχώνευσης και ετεροβαρείς συνθήκες για τους εργαζόμενους στην τράπεζα. Οι αντιδράσεις αυτές κοινοποιήθηκαν στα υψηλά κλιμάκια με τον Τάσο Γκιάτη να κάνει λόγο για κατ’ ουσίαν… κρατικοποίηση της Alpha Bank υπό την σκέπη της Εθνικής.
Οι αμφισβητήσεις έγιναν βαθμιαία εντονότερες ανάμεσα στα κορυφαία διοικητικά στελέχη της τράπεζας και εν τέλει, το 2002, η συγχώνευση Alpha Bank και Εθνικής ματαιώθηκε.
Σήμερα ο Σύλλογος εργαζομένων έχει περί τα 80.000 ευρώ ετήσια έσοδα, τα οποία καλύπτουν τις λειτουργικές του ανάγκες. Στις παροχές του σωματείου προς τα μέλη του συγκαταλέγονται η λειτουργία ενός σύγχρονου Πολυιατρείου, αλλά και ενός μεγάλου γυμναστηρίου στο κέντρο της Αθήνας.
Ο Σύλλογος προσφέρει επίσης ένα πλήρες, ομαδικό, νοσοκομειακό πρόγραμμα για τα μέλη του, έχοντας εκδώσει επίσης και χρεωστική κάρτα επ’ ονόματι του…
Σε ότι αφορά τον Τάσο Γκιάτη, δημιούργησε το 2017 την παράταξη «Ενότητα» η οποία πλαισιώθηκε από δυνάμεις εργαζομένων σε αρκετούς άλλους τομείς, προκειμένου από κοινού να αλλάξουν τον συνδικαλιστικό χάρτη στη ΓΣΕΕ. Στις τελευταίες εκλογές η συγκεκριμένη παράταξη έβγαλε δύο έδρες, αλλά γι’ αυτήν οι μεγάλες προκλήσεις για ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό, είναι ακόμη μπροστά.
ΠΗΓΗ: mononews.gr
ΑΡΘΡΘΟΓΡΑΦΟΣ: Δημήτρης Κόκορης